Αορτοστεφανιαία παράκαμψη

bypass

Η αορτοστεφανιαία παράκαμψη ή μπαϊ πας (bypass) είναι μια επέμβαση, με γενική αναισθησία και ανοικτή στερνοτομή, η οποία βοηθάει στη βελτίωση της ροής του αίματος στις αρτηρίες που αιματώνουν τον μυ της καρδιάς (στεφανιαίες αρτηρίες) στα άτομα με σοβαρή στεφανιαία νόσο. Είναι η χειρουργική αντιμετώπιση της στεφανιαίας νόσου και διενεργείται από εξειδικευμένους χειρουργούς, τους καρδιοχειρουργούς.


Για τις κλειστές (βουλωμένες) στεφανιαίες αρτηρίες άλλες θεραπευτικές επιλογές είναι η αγγειοπλαστική με εμφύτευση στεντ (stent) για να «ανοίξει» το αγγείο, η οποία διενεργείται από επεμβατικούς καρδιολόγους και η φαρμακευτική αγωγή. Ο καρδιολόγος μαζί με τον καρδιοχειρουργό, εκτιμώντας την βαρύτητα και την έκταση της βλάβης στα στεφανιαία αγγεία, θα σας συμβουλεύσουν για την καλύτερη αντιμετώπιση.


Κατά την αορτοστεφανιαία παράκαμψη ο καρδιοχειρουργός λαμβάνει ανάλογα με την έκταση της βλάβης στα στεφανιαία αγγεία υγιείς αρτηρίες (π.χ. αριστερή και δεξιά έσω μαστική αρτηρία, κερκιδικές αρτηρίες) ή και φλέβες από ένα άλλο μέρος του σώματος και συνδέει (αναστομώνει) με τις γηγενείς αρτηρίες της καρδιάς. Με αυτό τον τρόπο τα αρτηριακά ή φλεβικά μοσχεύματα «παρακάμπτουν» (bypass) τις στενώσεις των γηγενών στεφανιαίων αγγείων και βελτιώνουν την ροή του αίματος παρέχοντας πλούσιο σε οξυγόνο αίμα στον καρδιακό μυ.

Η κλασσική αορτοστεφανιαία παράκαμψη διενεργείται μετά από τομή και διάνοιξη του στέρνου. Αρχικά χορηγούνται φάρμακα για να σταματήσει η λειτουργία της καρδιάς. Για την διατήρηση της ροής αίματος στους ιστούς του σώματος χρησιμοποιείται εξωσωματική κυκλοφορία. Αυτό επιτρέπει στον καρδιοχειρουργό να χειρουργεί μια ακίνητη καρδιά. Μετά το πέρας της επέμβασης, η καρδιά αρχίζει να ξαναλειτουργεί μετά από την χορήγηση ηλεκτρικών σοκ.


Η χωρίς εξωσωματική κυκλοφορία αορτοστεφανιαία παράκαμψη γίνεται και αυτή με στερνοτομή. Η διαφορά με την κλασσική εγχείρηση είναι ότι η καρδιά δεν σταματάει και γι αυτό δεν χρησιμοποιείται μηχάνημα εξωσωματικής κυκλοφορίας. Η εγχείρηση γίνεται με πάλλουσα καρδιά. Αυτού του είδους η αορτοστεφανιαία παράκαμψη μπορεί να έχει λιγότερες επιπλοκές και συνήθως οδηγεί σε μείωση του χρόνου ανάρρωσης.


Κάθε επέμβαση ανοικτής καρδιάς μπορεί να έχει επιπλοκές. Είναι γενικά σπάνιες και περιλαμβάνουν την μόλυνση στο σημείο τομής του θώρακα, αιμορραγία, αλλεργική αντίδραση από την αναισθησία.


Στο ρομποτικό-θωρακοσκοπικό (robotic – thoracoscopic mid-CABG) η αορτοστεφανιαία παράκαμψη γίνεται διαμέσου μικρών θωρακικών τομών. Η επέμβαση γίνεται πάλι με πάλλουσα καρδιά χωρίς μεγάλη στερνοτομή και διάνοιξη του θώρακα, αλλά με μικρές τομές στην αριστερή πλευρά του στέρνου, ανάμεσα στις πλευρές. Αυτού του είδους η επέμβαση ενδείκνυται κυρίως για την αντιμετώπιση νόσου στην κεντρική αρτηρία της καρδιάς, ενώ δεν είναι εφικτή, όταν πάσχουν και οι τρεις αρτηρίες της καρδιάς. Η αορτοστεφανιαία παράκαμψη διαμέσου μικρών θωρακικών τομών είναι μια σχετικά νέα καρδιοχειρουργική τεχνική και διενεργείται από εξειδικευμένους χειρουργούς. Ο Κος Πολυχρονόπουλος έχει μεγάλη εμπειρία στην νέα αυτή τεχνική (ρομποτικά και θωρακοσκοπικά)


Η ανάρρωση μετά από αορτοστεφανιαία παράκαμψη διαρκεί περίπου 6 με 12 εβδομάδες. Οι περισσότεροι ασθενείς μπορούν να επιστρέψουν στις καθημερινές δραστηριότητές τους μετά από 6 εβδομάδες. Μετά την επέμβαση, ο ασθενής λαμβάνει συστηματικά φαρμακευτική αγωγή και να κάνει τις απαραίτητες αλλαγές στον τρόπο ζωής του (διακοπή καπνίσματος, μειωμένα λιπαρά, ρύθμιση της αρτηριακής πίεσης, σακχάρου, σωματική άσκηση) για την πρόληψη περαιτέρω εξέλιξης της στεφανιαίας νόσου.